Η κυβέρνηση εγκρίνει 15 εκ. ευρώ για ανέγερση τεμένους
Πώς αλλιώς να εξηγήσει κανείς την απόφαση της κυβέρνησης να προχωρήσει κανονικά η ανέγερση κόστους 15 εκατ. ευρώ του πρώτου μουσουλμανικού τεμένους στην Αθήνα, τη στιγμή που το ποσοστό των Ελλήνων που ζει κάτω από όριο της φτώχειας μεγαλώνει διαρκώς;
Με προεδρικό διάταγμα του υπουργείου Εθνικής Άμυνας αποχαρακτηρίστηκε και επίσημα στα τέλη Απριλίου μια έκταση 17 περίπου στρεμμάτων του Ναυτικού Οχυρού, ακριβώς δίπλα στο χώρο του ΠΟΝ (Προμηθευτικός Οργανισμός Ναυτικού) στον Βοτανικό. Τότε δόθηκε το «πράσινο φως» για την ανέγερση του πρώτου μουσουλμανικού τεμένους στην Αθήνα, με την έγκριση μάλιστα του τότε επικεφαλής του ΥΠΕΘΑ, Ευάγγελου Βενιζέλου.
Από τότε όμως κύλισε πολύ νερό στο αυλάκι της ελληνικής οικονομίας και θα περίμενε κανείς από τον κύριο Βενιζέλο, που πλέον βρίσκεται στο υπουργείο Οικονομίας, να αναθεωρήσει την απόφασή του και να αναβάλλει, έστω και προσωρινά, έστω και «για να πάρει έναν πόντο» από τους Έλληνες πολίτες, την κατασκευή του τεμένους.
Άλλωστε ήταν ο ίδιος ο Ευάγγελος Βενιζέλος που την ημέρα που πήρε το σκήπτρο του τσάρου της ελληνικής Οικονομίας από τον Γ. Παπακωνσταντίνου, είχε πει πως φεύγει από το υπ. Άμυνας και έρχεται στο υπουργείο όπου γίνεται ο «πραγματικός πόλεμος». Αντιρρήσεις άλλωστε για την κατασκευή του τεμένους στην συγκεκριμένη περιοχή είχε εκφράσει πριν από καιρό και ο ίδιος και παρά την ύπαρξη προγραμματικής συμφωνίας με τον Δήμο της Αθήνας (επί δημαρχίας του Νικήτα Κακλαμάνη), είχε αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο να αναζητηθεί άλλος τόπος για την ανέγερση του τζαμιού ώστε να μη χωριστεί στα δύο το στρατόπεδο του Ναυτικού. Σύμφωνα ωστόσο με πληροφορίες που δημοσιεύει στο κυριακάτικο φύλο του το «Πρώτο Θέμα», το έργο θα ξεκινήσει κανονικά.
Όχι πως θα έπρεπε ο κ. Βενιζέλος να αλλάξει στάση στο θέμα για κανέναν άλλο λόγο, παρ’ εκτός για λόγους οικονομίας. Πρόκειται άλλωστε για κάτι που επί χρόνια στερούνται χιλιάδες μουσουλμάνοι κάτοικοι της Αττικής. Αλλά το εν λόγω έργο έχει προϋπολογιστεί από το 2006, όταν και έγινε η σχετική μελέτη, με 15 εκατομμύρια ευρώ. Το ποσό αυτό αναμένεται να καλυφθεί από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, εν μέσω σκληρής οικονομικής κρίσεως και απαιτήσεων για «αιματηρές» περικοπές των δημοσίων δαπανών. Προσφορές από ξένους φορείς, κρατικούς ή μη, δεν θα γίνουν δεκτές όπως είχε ανακοινώσει τον Απρίλιο η κυβέρνηση, θέλοντας με τον τρόπο αυτό να αποφύγει ενδεχόμενη εμπλοκή φονταμενταλιστικών οργανώσεων.
Όπως ανακοίνωσε τον Απρίλιο ο τότε κυβερνητικός εκπρόσωπος, Γιώργος Πεταλωτής, το ισλαμικό τέμενος θα έχει χωρητικότητα περίπου 500 ατόμων και «θα ενταχθεί οργανικά σε έναν ευρύτερο ανοιχτό χώρο πρασίνου». Η ενέργεια αυτή εντάσσεται από πολλούς στο πλαίσιο της «αμοιβαιότητας» και ίσως αντανακλά την προσδοκία κινήσεων από την πλευρά της Τουρκίας στα θέματα της Χάλκης και της επαναλειτουργίας βυζαντινών εκκλησιών.
Ως προς τη διοικητική δομή, με απόφαση της υπουργού Παιδείας, κας. Διαμαντοπούλου, θα διοριστεί επταμελές Διοικητικό Συμβούλιο, δύο μέλη του οποίου θα προτείνονται από αναγνωρισμένα, έγκριτα μουσουλμανικά σωματεία και πέντε θα είναι Έλληνες κρατικοί λειτουργοί. Επιπλέον με εντολή του πρωθυπουργού, Γιώργου Παπανδρέου, διορίστηκε επιτροπή που θα επιβλέψει την υλοποίηση του έργου, με επικεφαλής τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Θόδωρο Πάγκαλο και με τη συμμετοχή των υπουργών Παιδείας, Εσωτερικών, Εξωτερικών, Άμυνας, Προστασίας του Πολίτη και ΚΕΔ.
Ωστόσο, με δηλώσεις τότε στην εφημερίδα «Τα Νέα», ο πρόεδρος της Μουσουλμανικής Ένωσης Ελλάδος κ. Ναΐμ Ελγαντούρ, χαρακτήρισε την απόφαση «ημίμετρο που μόνο αντιδράσεις από τους μουσουλμάνους μπορεί να προκαλέσει» και είχε εκφράσει τη δυσαρέσκειά του για τις προδιαγραφές του τεμένους, το οποίο, όπως είχε πει, «δεν ανταποκρίνεται, σε καμία περίπτωση, στις πραγματικές ανάγκες των μουσουλμάνων που ζουν στην Αθήνα (…) όπου ζούμε 750.000 μουσουλμάνοι και το τέμενος δεν χωράει ούτε το 1% αυτών που καθημερινά προσεύχονται».
Η ανέγερση τζαμιού στην Αθήνα, είχε τεθεί προ ετών από την πρώην υπουργό Εξωτερικών και νυν επικεφαλής της «Δημοκρατικής Συμμαχίας», Ντόρα Μπακογιάννη. Σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες, τότε δεν υπήρξε ουσιαστικά σοβαρή πίεση για να προχωρήσει το έργο, πέρα από «παρασκηνιακές παρεμβάσεις» από την Σαουδική Αραβία και την Τουρκία. Λέγεται, πως η υλοποίηση σκόνταφτε στην άρνηση του ΓΕΝ να παραχωρήσει την σχετική έκταση του Ναυτικού Οχυρού Βοτανικού.